«Και τι δεν κανατε για να με θαψετε ομως ξεχασατε πως ημουν σπορος» *
7:22 π.μ.
Press and shout
, Posted in
Scattered toys
,
0 Comments
Yπάρχουν άνθρωποι που εμφανίζονται κι αλλάζουν τη ζωή σου. Υπάρχουν και μερικοί που άλλαξαν τις ζωές και τη μοίρα ενός ολόκληρου είδους. Εκείνος γυρνούσε περιπλανώμενος, έψαχνε αυτιά και μάτια και καρδιές. Να δώσει χωρίς αντάλλαγμα, να αφήσει πίσω το καλό. Ιστορίες προδοσίας, πόνου και μαρτυρίων υπήρχαν, τελικά, χιλιάδες χρόνια πίσω και οι σταυροί πολλαπλασιάστηκαν, έγιναν λίγο πιο περίπλοκοι, μοιράστηκε ένας στον καθένα μας.
Ο σταυρός είναι το σπίτι του καθενός, ανεβαίνουμε, κατεβαίνουμε μα πάντα γυρνάμε εκεί. Άλλοι βρίσκουν τη δύναμη να ψάξουν για ένα άλλο σπίτι και τον αφήνουν πίσω. Άλλοι τον σέρνουν μαζί τους, όπως τα σαλιγκάρια που κουβαλάνε παντού το σπίτι τους. Κι άλλοι τον έχουν μέσα τους και τους πονάει το σκληρό του ξύλο. Τι να σκεφτόταν άραγε καρφωμένος εκεί πάνω; Και πώς γίνεται μερικοί να βάζουμε μόνοι μας τα καρφιά στα ίδια μας τα άκρα;
Αυτές οι μέρες είναι μωβ, είναι βροχή, είναι ησυχία. Είναι μια στεναχώρια για κάτι που ποτέ δεν έζησες μα πρέπει να το σκέφτεσαι σαν να ήτανε δικό σου. Είναι νηστεία, είναι εγκράτεια. Άλλωστε τα αγαθά, οι πόροι, συρρικνώθηκαν και το βλέμμα έπεσε, περιμένοντας μια ανάσταση να έρθει να το σηκώσει και να το τραβήξει ψηλά. Είναι αυτή η μυρωδιά των λουλουδιών που σε λίγο θα μπει μέσα από το παράθυρο μου, θα μου κάνει λίγο πιο μωβ αυτή τη μέρα. Θα περάσουν άνθρωποι πολλοί, ακολουθώντας κάτι που κανένας δεν γνώρισε, μα και να γνώριζε θα είχε μάλλον απορρίψει.
Πόσο μπορεί ένας άνθρωπος να πονέσει για όλους τους υπόλοιπους; Πόσο να μιλάς αν δεν σε ακούει κανείς κι αν τα αυτιά κλείνουν και τα μάτια στρέφονται αλλού; Εάν κάποιοι δεν Τον είχαν προδώσει, εμείς, πού θα ήμασταν τώρα; Τρομάζει τόσο η αλήθεια ή εμείς είμαστε φτιαγμένοι για τα λίγα και τα μικρά; Τόσο μπέρδεμα, απορίες που είναι φτιαγμένες για να μένουν άλυτες, να σε βασανίζουν μια Μεγάλη βδομάδα και την επόμενη τις βάζεις πάλι στο συρτάρι, μαζί με όλα εκείνα που σε κάνουν να νιώθεις μικρός και τόσο ανήξερος.
Και αυτές οι καμπάνες… με κάνουν και πετάγομαι πάνω, εντάξει θυμάμαι τι έγινε κάποτε μια μέρα σαν αυτήν, άμα θέλετε τόσο πολύ να το θυμάμαι γιατί δεν μου το υπενθυμίζετε όταν δεν είναι ο καιρός του; Γιατί δεν μου εξηγείτε, γιατί δεν με φέρατε κοντά σας, όπου βλέπω σκοτάδι, συνήθως δεν πηγαίνω ξέρετε. Είναι αυτό το μπέρδεμα είπαμε, καλός Υιός, αυστηρός Πατέρας, κόλαση, παράδεισοι, χαμένοι και ξεφτισμένοι χάρτες που δεν μπορείς να τους διαβάσεις. Μόνο το βράδυ του Σαββάτου λίγο τα ξεχνάω όλα αυτά, μόνο τότε οι καμπάνες δεν με κάνουν να πετάγομαι, και οι φλόγες οι μικρές παντού, δεν με κάνουν να σκέφτομαι φωτιά αλλά λύτρωση και φως. Η φωτιά σε καίει, ενώ το φως σού δείχνει τον δρόμο.
Την Κυριακή βλέπουμε το φως, στα πρόσωπα των δικών μας ανθρώπων, στου μπαμπά που του πέτυχε το ψήσιμο, στης μαμάς που κατάφερε να δημιουργήσει οικογένεια και την έχει τώρα μπροστά της γύρω από ένα τραπέζι. Και δεν πειράζει εάν φέτος είναι φτωχικό κι έχει λιγότερα πράγματα πάνω του. Το θέμα είναι να είναι το γύρω γεμάτο, τα χαμόγελα και το φως τους μερικές φορές είναι σαν τη φωτιά, αυτήν που απλά σε ζεσταίνει και δεν σε καίει.
Άννα Τζούτζου
* «Το κορμί και το σαράκι», Ντίνος Χριστιανόπουλος
0 Response to "«Και τι δεν κανατε για να με θαψετε ομως ξεχασατε πως ημουν σπορος» *"
Δημοσίευση σχολίου